
Ειδικότερες πτυχές του ευρωπαϊκού δικαίου του ασύλου, τα παράδοξα και η αρχή της αλληλεγγύης
5η και τελευταία θεματική ενότητα του σεμιναρίου
Τα παράδοξα, οι δύσκολες ισορροπίες και η διάσταση της αρχής της αλληλεγγύης κατά την τρέχουσα μεταρρύθμιση του Κανονισμού του Δουβλίνου, τα πορίσματα ερευνών για τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας κατά τη μεταχείριση προσφύγων, αλλά και το δίκαιο για τα ασυνόδευτα ανήλικα και ο ορισμός ασφαλούς τρίτης χώρας αναλύθηκαν στην 5η και τελευταία θεματική ενότητα του σεμιναρίου «Ευρωπαϊκό Δίκαιο ασύλου και προσφύγων: Σύγχρονες ευρωπαϊκές εξελίξεις και συγκριτική διάσταση», η οποία έλαβε χώρα τη Δευτέρα, 26/2/2018, στην Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Αθήνα.
Ο κ. Α. Συρίγος, Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου & Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο ανέλυσε τα παράδοξα της μεταναστευτικής πολιτικής στην Ευρώπη, τα οποία αναδύθηκαν στην επιφάνεια μετά το 2000 και δη το 2015 με τη μαζική εισροή προσφύγων σε ευρωπαϊκό έδαφος. Το πρώτο παράδοξο της μεταναστευτικής αυτής πολιτικής αποτελεί το γεγονός ότι δεν υπάρχει νόμιμη είσοδος για τη μαζική εισροή των προσφύγων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ένα άλλο δεύτερο παράδοξο είναι ότι όποιος φτάσει σε ευρωπαϊκό έδαφος πρέπει να αποδείξει ότι είναι πρόσφυγας, αν θέλει να μείνει σ’ αυτό. Το τρίτο παράδοξο έχει να κάνει με το αν σ’ αυτούς που χορηγείται άσυλο είναι αυτοί που πράγματι έχουν την ανάγκη για τη χορήγηση διεθνούς προστασίας.
Συνεχίζοντας την εισήγησή του, ο κ. Συρίγος αναφέρθηκε σ’ ένα ακόμη παράδοξο της μεταναστευτικής πολιτικής της Ε.Ε, αυτό της επιλογής ατόμων, όπου εκεί λειτουργεί ένα οιονεί “beauty contest”, καθώς τα άτομα που επιλέγονται είναι συνήθως μορφωμένα και μπορούν να ενταχθούν πιο εύκολα στην κοινωνία. Εν συνεχεία, στο κατάλογο των παραδόξων έρχεται να προστεθεί και ένα πέμπτο, εκείνο της χρηματοδότησης στα κράτη-μέλη σε σχέση με τη μεταναστευτική πολιτική, τα ποσά της οποίας εκ πρώτης όψεως φαίνονται γενναιόδωρα, στην πράξη, όμως δεν είναι καθόλου έτσι. Επίσης, ο κύριος Συρίγος έκανε λόγο για τη στάση της Γερμανίας να αναστείλει τη Συνθήκη Σένγκεν, επαναφέροντας προσωρινά τους ελέγχους στα σύνορα ενόψει των μαζικών αφίξεων προσφύγων και μεταναστών στην επικράτειά της. Επιπρόσθετα, σημείωσε ότι κανένας στην Ε.Ε. δε κάνει λόγο επισήμως για την αλλοίωση της πολιτισμικής μας ταυτότητας εξαιτίας των μαζικών εισροών των προσφύγων σε ευρωπαϊκό έδαφος και τόνισε ότι δεν υπάρχει ένα κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου, αλλά απλώς κοινοί κανόνες ασύλου. Τέλος, αναφέρθηκε στο πρόβλημα των επιστροφών κάνοντας λόγο για ένα τελευταίο παράδοξο, αυτό των ατόμων που δεν μπορούν ν’ απελαθούν παραμένοντας αναγκαστικά σ’ ένα καθεστώς «γκρίζας ζώνης».
Η κα. Β. Σαράντη, Εμπειρογνώμων για θέματα μετανάστευσης του Υπουργείου Εξωτερικών, παρουσίασε την εικόνα αναφορικά με τις διαπραγματεύσεις για τον Κανονισμό «Δουβλίνο ΙV». Αρχικά, έκανε μια σύντομη αναδρομή για το άσυλο στην Ε.Ε, το οποίο ήταν εκτός ενοποιητικών διαδικασιών μέχρι και τη δεκαετία του 1980. Το άσυλο πλέον, όμως εμπίπτει στην ενωσιακή νομοθεσία. Με το άρθρο 78 της Συνθήκης της Λισαβόνας, η Ένωση αναπτύσσει πλέον κοινή πολιτική στους τομείς του ασύλου, ενώ στο άρθρο 80 της ΣΛΕΕ ενσωματώνεται η αρχή της αλληλεγγύης και της δίκαιης κατανομής ευθυνών μεταξύ των κρατών-μελών. Η κα Σαράντη έκανε λόγο για την αναμόρφωση του ΚΕΣΑ, το κεκτημένο του οποίου διαμορφώνεται με επτά νομοθετικές προτάσεις, με στόχο να υπάρξει μια κοινή μεταναστευτική πολιτική. Ακολούθως, η εισηγήτρια αναφέρθηκε στη δομή του Κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙΙ», ακρογωνιαίος λίθος του οποίου αποτελεί η οικογενειακή επανένωση. Αναφορικά με τον Κανονισμό «Δουβλίνο IV», η κα Σαράντη επισήμανε ότι η Επιτροπή έχει υποβάλει πρόταση, αλλά οι 4 χώρες Βίσεγκραντ, ήτοι η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Τσεχία και η Σλοβακία προβάλλουν αντιρρήσεις, κωλύοντας έτσι τις διαπραγματεύσεις. Επέστησε την προσοχή της στην πρόταση της Επιτροπής, η οποία επιτάσσει τη διενέργεια του pre-Dublin check. Η εξέταση επί της ουσίας θα λαμβάνει χώρα με την ταχεία διαδικασία και όταν υπάρχει κίνδυνος για τη δημόσια τάξη ή όταν ο αιτών προέρχεται από ασφαλή χώρα καταγωγής. Η επιβολή αυτή αντισταθμίζεται από έναν υποχρεωτικό μηχανισμό ανακατανομής σε περίπτωση δυσανάλογης πίεσης στο κράτος-μέλος πρώτης εισόδου. Όσον αφορά στις οικογενειακές επανενώσεις, η κα Σαράντη τόνισε ότι πρέπει να εξαιρούνται από τον προκαταρκτικό έλεγχο του παραδεκτού, ενώ αναφέρθηκε και στο χρονοδιάγραμμα που έχει θέσει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου με σκοπό να βρεθεί λύση σε πολιτικό επίπεδο μέχρι το τέλος της βουλγάρικης προεδρίας.
Η κα Ν. Μ. Μαρούδα, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια του Παντείου Πανεπιστημίου (Έδρα Jean Monnet EU Solidarity CIPROHA) και Αντιπρόεδρος ECRI του Συμβουλίου της Ευρώπης, αναφέρθηκε στην ανθρωπιστική μεταχείριση των μεταναστευτικών ροών και με ποιον τρόπο η Ε.Ε. και τα κράτη-μέλη καλούνται να αντιμετωπίσουν την προσφυγική κρίση. Αρχικά, έκανε λόγο για την αναποτελεσματική μεταχείριση των κρατών-μελών όσον αφορά τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, ανάγοντας το πρόβλημα στις πολλαπλές κρίσεις στο εσωτερικό τους. Εν αντιθέσει με τα κράτη-μέλη, η Ε.Ε. φαίνεται να λειτούργησε ικανοποιητικά, παρέχοντας ανθρωπιστική βοήθεια στο εσωτερικό της για πρώτη φορά στα χρονικά της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αυτό επιτεύχθηκε μέσω του μηχανισμού της Γενικής Διεύθυνσης ECHO της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο οποίος λειτούργησε άμεσα (ΜΚΟ) και όχι μέσω κρατικών δομών. Ο μηχανισμός λειτούργησε με μια ιδιότυπη συνεργασία με την Γενική Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων και Μετανάστευσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΗΟΜΕ). Η εισηγήτρια σημείωσε ότι η αρχή της αλληλεγγύης, όπως αυτή προκύπτει τόσο από το Άρθρο 122, καθώς και από το Αρθρο 78 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ (κατάσταση έκτακτης ανάγκης), αποκτά αξία, όταν φορέας της είναι τα άτομα που την έχουν ανάγκη και όταν λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες των κρατών-μελών, καθώς μ’ αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται ισορροπία, κάνοντας αναφορά στην τωρινή κατάσταση ως μια «ισορροπία του τρόμου». Απαραίτητο συστατικό για την ενεργοποίηση της ρήτρας αλληλεγγύης αποτελούν τόσο η αναγνώριση μιας προκύπτουσας ανισότητας μεταξύ των κρατών-μελών, όσο και ότι υπάρχει στόχος αυτή η ανισότητα να εξαλειφθεί. Τέλος, η κα. Μαρούδα επέστησε πολλές φορές κατά την ομιλία της την προσοχή στο ότι όλες οι χρηματοδοτικές ροές για την ανθρωπιστική κρίση λήγουν με ορίζοντα το 2020, χωρίς να υπάρχει καμία εγγύηση ότι αυτές θα ανανεωθούν.
Ο κ. Ιω. Καλπούζος, Λέκτορας του City University London, και Ιδρυτής του Global Legal Action Network ανέλυσε το ζήτημα της κράτησης προσφύγων “off shore” στην Αυστραλία από τη σκοπιά του Διεθνούς Ποινικού Δικαίου. Ειδικότερα αναλύθηκε ότι η «βαρύτητα» που φέρει το Διεθνές Ποινικό Δίκαιο ως μέσο έκφρασης απαξίας μπορεί να χρησιμεύσει και στο ζήτημα των προσφύγων καθώς οι τελευταίοι συνδέονται με εγκλήματα του Διεθνούς Ποινικού Δικαίου που τελούνται όχι μόνο στη χώρα προέλευσής τους αλλά και στη χώρα υποδοχής τους. Αναλύθηκε επιπλέον ότι τα κράτη κατά την εκπόνηση της προσφυγικής/μεταναστευτικής τους πολιτικής επιθυμούν την αποφυγή της ευθύνης τους. Στην ανωτέρω πολιτική όμως ενυπάρχει η επίθεση, κατά την έννοια του Διεθνούς Ποινικού Δικαίου, καθώς η προσπάθεια αντιμετώπισης των ροών ενέχει και την απώθησή τους. Ο κ. Καλπούζος ήταν επικεφαλής σε έρευνα σχετικά με τα “off shore” κέντρα κράτησης της Αυστραλίας σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Stanford. Η Έκθεση από την εν λόγω έρευνα επικοινωνήθηκε στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο ενώ υπήρξε και κάλυψη από ΜΜΕ (πχ Guardian, Financial Times).
Οι κ. Χρ. Δημάκου και Γ. Μασουρίδου, εκπρόσωποι της ΜΚΟ ΜΕΤΑδραση ανέλυσαν το ζήτημα των ασυνόδευτων ανηλίκων. Ειδικότερα αναλύθηκαν οι διαδικαστικές εγγυήσεις για τα αιτήματα ασύλου των ασυνόδευτων ανηλίκων που συνίστανται κυρίως στην έννοια του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού και στην αναγνώριση του ευεργετήματος της αμφιβολίας σε κάθε περίπτωση. Υπογραμμίσθηκαν τα προβλήματα που υπάρχουν στην πράξη (προβληματική η διαπίστωση της ανηλικότητας στην πράξη σε περίπτωση αμφιβολιών, μη τήρηση των προθεσμιών, έλλειψη Επιτρόπου, μη εφαρμογή της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού από τις Ελληνικές Αρχές), ενώ τονίστηκε ότι υπάρχουν και άλλες κατηγορίες ανηλίκων που χρήζουν προστασίας (χωρισμένοι ανήλικοι που ταξιδεύουν με συγγενικό τους πρόσωπο, συνοδευόμενοι ανήλικοι).
Τέλος, η κ. Ε. Κουτσουράκη, Δικηγόρος δ.ν., Μεταδιδακτορική Ερευνήτρια στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Έρευνας και Κατάρτισης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και Ανθρωπιστικής Δράσης του Παντείου Πανεπιστημίου ανέλυσε την έννοια της ασφαλούς τρίτης χώρας. Επεσήμανε ότι το Διεθνές Δίκαιο δεν απαιτεί από τους πρόσφυγες να καταθέσουν αίτηση ασύλου στην πρώτη χώρα όπου μπορεί να τους παρασχεθεί προστασία ενώ υπογράμμισε την ανυπαρξία ασφαλούς νομοθετικού πλαισίου για την έννοια της ασφαλούς τρίτης χώρας. Στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Οδηγία για τη διαδικασία καθορισμού των κριτηρίων του Πρόσφυγα που έχει αναφορά στην έννοια της ασφαλούς τρίτης χώρας, συνιστά ένα κακό παράδειγμα εναρμόνισης των εθνικών συστημάτων ασύλου των κρατών-μελών. Τέλος, υπογράμμισε ότι αν και σύμφωνα με τη βιβλιογραφία τα διεθνή πρότυπα και οι επίσημες πληροφορίες πρέπει να καθορίζουν ποιές χώρες είναι ασφαλείς, εντούτοις οι Ελληνικές Αρχές έχουν κρίνει την Τουρκία ως ασφαλή τρίτη χωρα επικαλούμενες μόνο αλληλογραφία των Τουρκικών Αρχών και αγνοώντας Εκθέσεις Διεθνών Οργανισμών.
Συγγραφή/επιμέλεια:
Όλγα Μαρία Τσιούτρα, Κατερίνα Παπαδοπούλου
Ερευνήτριες του Ευρωπαϊκού Κέντρου Αριστείας Jean Monnet