Νέος Κανονισμός Δουβλίνου, παλαιές αντιφάσεις, πιεστικά διλήμματα

Νέος Κανονισμός Δουβλίνου, παλαιές αντιφάσεις, πιεστικά διλήμματα

4η θεματική ενότητα του σεμιναρίου για το ευρωπαϊκό δίκαιο του ασύλου

Οι αντιφάσεις της  νέας μεταρρύθμισης του Κανονισμού του Δουβλίνου και οι «περιπέτειες» της έννοιας της αλληλεγγύης  αναλύθηκαν και υπό το πρίσμα της σχετικής νομολογίας του ΔΕΕ και του ΕΔΔΑ από έγκριτους καθηγητές, κατά την 4η θεματική ενότητα του εκπαιδευτικού σεμιναρίου με τίτλο “Μεταρρύθμιση του ΚΕΣΑ – Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου & του Δικαστηρίου της ΕΕ”, που έλαβε χώρα χθες, 20 Φεβρουαρίου, στην Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Αθήνα.

Στην εισήγησή του, ο καθηγ. Βασίλης Χατζόπουλος, Καθηγητής Ευρωπαϊκού δικαίου & πολιτικών του Παντείου Πανεπιστημίου και Επισκέπτης Καθηγητής στο Κολλέγιο της Ευρώπης και στο Πανεπιστήμιο του Νόττιγχαμ, ανέδειξε  τον

αντιφατικό χαρακτήρα των προτάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την μεταρρύθμιση του κανονισμού Δουβλίνο III. Έτσι, παρά την κοινή παραδοχή περί της αποτυχίας του τελευταίου, προτείνονται μέτρα όπως η υποχρέωση υποβολής αιτήματος και η παραμονή των ασυνόδευτων ανηλίκων στο κράτος μέλος εισόδου και ο υποχρεωτικός έλεγχος του παραδεκτού επί τη βάσει της πρώτης χώρας ασύλου ή της ασφαλούς τρίτης χώρας σε περιόδους «κρίσεων», εξέλιξη που, όπως συνάγεται, θα αποκλείσει μεγάλο αριθμό αιτούντων άσυλο από τον μηχανισμό μετεγκατάστασης.

Ο κ. Χατζόπουλος παρατήρησε ότι η δίκαιη κατανομή βαρών και η αρχή της αλληλεγγύης φαίνεται να υποχωρούν, παρά τις ελπιδοφόρες προτάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, υπό το βάρος της πίεσης των παραδοσιακών πολιτικών διαχωρισμών Βορρά-Νότου και της διλημματικής προβληματικής της ακόμη χειρότερης εναλλακτικής περιορισμένης εφαρμογής πρακτικών εξωχώριας διαχείρισης. Η ανάλυση του βασίστηκε σε περιεκτική και εμπεριστατωμένη ιστορική αναδρομή κατά την οποία παρουσιάσθηκαν η εξέλιξη του νομικού πλαισίου και οι πολιτική στόχευση, οι σχετικές οδηγίες και κανονισμοί καθώς επίσης και τα προβλήματα εφαρμογής και ιδιαιτέρως οι περιπτώσεις παραβιάσεων θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, διαχρονικά.

Η συνολική αποτίμηση του κυοφορούμενου Δουβλίνο IV σύμφωνα με την εν λόγω ανάλυση του θα μπορούσε να συνοψιστεί στην φράση: «θα είναι επιζήμιο παρά τις διαδικαστικές βελτιώσεις».

Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ήταν και η παρέμβαση της προεδρεύουσας κας. Μαρίας Γαβουνέλη, Αναπλ. Καθηγήτριας Διεθνούς Δικαίου του ΕΚΠΑ, στο θέμα του δημιουργικού διαλόγου του ΔΕΕ και του ΕΔΔΑ σύμφωνα με την οποία : «Τα δύο δικαστήρια βλέπουν το ίδιο τέλος, αλλά δεν ακολουθούν την ίδια διαδικασία», ενώ επίσης για το θέμα της αρχής της αλληλεγγύης σχολίασε τα προβλήματα πρακτικής εφαρμογής της, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκης Ένωσης, λόγω της σθεναρής άρνησης κάποιων κρατών μελών.

Στην εισήγηση του κ. Μιχαήλ Χρυσομάλλη, Αναπλ. Καθηγητή Δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Διευθυντή Τομέα Διεθνών Σπουδών Νομικής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, παρουσιάστηκε πληρέστατη και λεπτομερής νομολογιακή ανάλυση των κεφαλαιώδους σημασίας υποθέσεων και των δύο δικαστηρίων στο πλαίσιο της κοινής τους αναζήτησης για αρμονική συνύπαρξη στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, παρά την μη προσχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ΕΣΔΑ.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) διαπίστωσε την ύπαρξη παραβιάσεων θεμελιωδών δικαιωμάτων στην ιστορική απόφαση MSS VS BELGIUM & GREECE, στην οποία αποφάσισε την υποχρεωτική αναστολή της διαδικασίας μεταφοράς επί τη βάσει πραγματικού κινδύνου έμμεσης παραβίασης του Αρ. 3 της ΕΣΔΑ εξαιτίας των απάνθρωπων και αναξιοπρεπών συνθηκών φυλάκισης και διαβίωσης καθώς επίσης λόγω των σοβαρών πλημμελειών στις διαδικασίες Ασύλου.Παρά το γεγονός ότι το ΕΔΔΑ είχε καθιερώσει στην Υπόθεση Bosphorus το τεκμήριο της ισοδύναμης προστασίας, στην ανωτέρω υπόθεση διαφοροποιήθηκε, καθώς αποδέχθηκε ότι το προαναφερθέν τεκμήριο είναι μαχητό και προχώρησε σε ουσιαστική εξέταση των προβαλλόμενων παραβιάσεων υπό το πρίσμα της ΕΣΔΑ.

Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), στις κομβικής σημασίας υποθέσεις NS & ME, υιοθέτησε το ερμηνευτικό αποτέλεσμα του ΕΔΔΑ περί του μαχητού του τεκμηρίου ασφαλούς χώρας και αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Έκρινε έτσι, ότι οι αιτούντες άσυλο δεν ήταν δυνατόν να μεταφερθούν στην Ελλάδα λόγω συστημικών πλημμελειών όσον αφορά τη διαδικασία ασύλου και τις συνθήκες υποδοχής, διαχωρίζοντας ταυτόχρονα σαφώς ήσσονος σημασίας παραβιάσεις οι οποίες δεν παρακωλύουν τις επιστροφές. Στην Υπόθεση Tarakhel, το ΕΔΔΑ αν και δεν διαπίστωσε την ύπαρξη συστημικών πλημμελειών στο σύστημα ασύλου της Ιταλίας, προχώρησε σε ενδελεχή εξατομικευμένη εκτίμηση των προβλέψιμων συνθηκών διαβίωσης των αιτούντων άσυλο και αποφάσισε πως θα υπήρχε παραβίαση του αρ.3 της ΕΣΔΑ, αν η μεταφορά πραγματοποιείτο χωρίς την εξασφάλιση λεπτομερών, συγκεκριμένων και σαφών εγγυήσεων περί της προσαρμογής των προσφερόμενων από την Ιταλία χώρων διαμονής στις συγκεκριμένες ανάγκες της οικογένειας των αιτούντων και ιδιαιτέρως των παιδιών. Στην δε, Υπόθεση C-578/16 PPU, το ΔΕΕ φαίνεται να ενσωματώνει στην νομολογία του την συγκεκριμένη ερμηνευτική προσέγγιση.

Συγγραφή/επιμέλεια:
Διονυσία Τσολάκη, Ερευνήτρια του Ευρωπαϊκού Κέντρου Αριστείας Jean Monnet

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *